Στα τέλη του 2023, οι Duran Duran κυκλοφόρησαν το 16ο άλμπουμ τους, το “Danse Macabre”, ένα concept album αφιερωμένο στο Halloween, με gothic διασκευές τραγουδιών Billie Eilish, Rolling Stones, Rick James, Siouxsie and the Banshees, Cerrone και Specials. Με αφορμή αυτό, οι pop stars των διαχρονικών 80s και δημιουργοί των μεγαλύτερων anthems των τελευταίων 40 ετών έρχονται ξανά στην Αθήνα, σε μια από τις πολυαναμενόμενες μέρες του Release Athens 2024, στις 18 Ιουλίου (Πλατεία Νερού). Στο ίδιο line-up θα δούμε τους Sofi Tukker, το δυναμικό ντούο που έχει κάνει αίσθηση στο dance pop στερέωμα. Λίγο πριν την άφιξη των σπουδαίων Βρετανών μιλήσαμε με τον Simon Le Bon για το πιο πρόσφατο άλμπουμ τους, τις πιο συναρπαστικές στιγμές από την σαραντάχρονη διαδρομή των Duran Duran και την πολυαναμενόμενη επιστροφή τους στην Αθήνα.
Πώς αποφασίσατε να φτιάξετε ένα concept album;
Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σου το “Danse Macabre” ήταν το μωρό του Nick [σ.σ. Rhodes, κιμπορντίστας, παραγωγός και ιδρυτικό μέλος των Duran Duran], που έχει εμμονή με τη γιορτή του Halloween. Έχει αντικαταστήσει τα Χριστούγεννα με το Halloween και είναι σαν να φαντάζεται τον εαυτό του ως ερασιτέχνη βαμπίρ, νομίζω. Και του αρέσει απλά οτιδήποτε είναι κάπως τρομακτικό, έχει μια gothic αισθητική ή εκφράζει μια πιο σκοτεινή πλευρά της ζωής. Νομίζω ότι όλοι οι υπόλοιποι τον ακολουθήσαμε σε αυτό το πρότζεκτ μόνο και μόνο για να τον κρατήσουμε ευτυχισμένο στην πραγματικότητα. Ξεκινήσαμε με ένα σωρό διασκευές τραγουδιών που είχαμε κάνει πρόβα για το Halloween show που είχαμε δώσει Λας Βέγκας, ένα χρόνο νωρίτερα. Ανάμεσα σε αυτά ήταν το “Spellbound” και το “Ghost Town”.
Στη συνέχεια, δουλέψαμε πάνω σε παλιότερα, δικά μας τραγούδια, όπως το “Nightboat”, με νέες ενορχηστρώσεις. Αυτές τις επανεκτελέσεις σκεφτήκαμε ότι θα μπορούσαμε να τις αξιοποιήσουμε και για να το κάνουμε ξεχωριστό, αποφασίσαμε να προσθέσουμε τρία νέα κομμάτια. Μπήκαμε λοιπόν στο στούντιο με τον Ben Hudson και καταλήξαμε σε δύο κομμάτια μαζί του, το “Danse Macabre” και “Confessions In The Afterlife”. Είχαμε μόνο δύο, ίσως τρεις, μέρες μαζί του αλλά προλάβαμε να ηχογραφήσουμε όλα τα μέρη και μετά ήρθε ο Nile Rodgers για άλλες δύο μέρες και κάναμε παρέα το “Black Moonlight”. Μέσα σε τρεις τέσσερις μέρα στο στούντιο είχαν βγει και τα τρία κομμάτια και έπρεπε απλώς να γίνει η μίξη. Μέχρι να πάρει τελική μορφή το άλμπουμ είχε φτάσει η ημερομηνία κυκλοφορίας του και με το που μπήκε η 1η Νοεμβρίου είχε τελειώσει κατά κάποιον τρόπο. Δεν νομίζω ότι είναι μια καλή τακτική μάρκετινγκ. Γενικά αν θέλετε να κάνετε τους δίσκους με κάποια επιτυχία δοκιμάστε να μη σκέφτεστε τόσο εποχικά. Έτσι, στο μυαλό μας το επαναπροσδιορίσαμε ως ένα σκοτεινό χριστουγεννιάτικο άλμπουμ για να το χαρούμε λίγο ακόμη.
Έχοντας πετύχει τόσες διακρίσεις στην πορεία σου, τι θα έλεγες σήμερα σε μια νεότερη εκδοχή του εαυτού σου;
Θα έλεγα: “Δέσε τη ζώνη ασφαλείας σου. Έχει πολύ και δύσκολο δρόμο μπροστά!”.
Και υπάρχει κάποια αγαπημένη ανάμνηση;
Υπάρχουν τόσα πολλά όταν κοιτάω πίσω μια καριέρα που συνεχίζεται εδώ και 40 χρόνια και είναι πολύ δύσκολο να διαλέξω μόνο μια αγαπημένη στιγμή. Το πιο σημαντικό πράγμα που κάνουμε είναι να δίνουμε συναυλίες. Σίγουρα το να γράφουμε και να ηχογραφούμε δίσκους είναι επίσης πολύ σημαντικό, αλλά το να ανεβαίνεις στη σκηνή μπροστά σε κόσμο, αυτό είναι το πιο ουσιώδες. Όλα τα άλλα περιστρέφονται γύρω από αυτό. Πηγαίνουμε λοιπόν σε ένα στούντιο για να γράψουμε μουσική μόνο και μόνο για να έχουμε νέα τραγούδια για να παίξουμε ζωντανά. Θα ήταν πολύ δύσκολο να διαλέξω μια μόνο ζωντανή εμφάνιση που που θα τα συνόψιζε όλα γιατί δεν ήταν μόνο μία. Περάσαμε καταπληκτικά για παράδειγμα, όταν πήγαμε στο Μπουένος Άιρες και μπήκαμε στο Μπουένος Άιρες, ή όταν παίξαμε στο Lollapalooza South America Tour. Αυτό ήταν εξαιρετικό. Η συναυλία μας στην Αργεντινή ήταν μια φοβερή εμπειρία. Πριν από δύο καλοκαίρια, παίξαμε στο Hyde Park. Ήταν και αυτό απίστευτο.
Αυτό που πραγματικά είναι ορόσημο ήταν η επανένωση της μπάντας το 2002, μετά από 15 χρόνια. Δεν είχαμε τον Andy, τον Roger, τον John… Το 2001 ήμασταν [σ.σ. από τα αρχικά μέλη των Duran Duran] μόνο εγώ και ο Nick μαζί με τον κιθαρίστα μας Warren Cuccurullo. Το να καταφέρουμε να επαναφέρουμε το αρχικό line up μετά από τόσο καιρό ήταν σχεδόν αδιανόητο. Ξεκινήσαμε από τραγούδια σαν το “Come Undone” και θα μπορούσαμε να είχαμε μείνει σε αυτά. Δεν υπήρχε η αυτοπεποίθηση ότι θα μπορούσαμε να γράψουμε οτιδήποτε καλό ή κάτι τόσο καλό όσο αυτά που γράφαμε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πραγματικά. Αλλά ο Nick -και πρέπει να του δώσω τα εύσημα για αυτό- βγήκε μπροστά με αποφασιστικότητα και μας έκανε να πιστέψουμε ότι μπορούσαμε να γράψουμε νέα μουσική και να κάνουμε ένα νέο άλμπουμ που να αξίζει. Εκείνος και εγώ είχαμε συνεχίσει να το κάνουμε όλο αυτό το διάστημα, σύμφωνα με τα πρότυπα που είχαμε θέσει για τους εαυτούς μας στο πρώτο μέρος της ζωής μας, όταν ξεκίνησαν οι Duran Duran.
Και πώς είναι να παίζετε ξανά μαζί τόσα χρόνια μετά; Το απολαμβάνετε περισσότερο τώρα;
Αδιαμφισβήτητα! Απ’ όταν έγινα μέλος της μπάντας ήξερα ότι θα δυσκολευόμουν πολύ με τα νεύρα μου και το άγχος. Ήταν ένα τεράστιο εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεράσω αν επρόκειτο να κάνω αυτή τη δουλειά κι εγώ ήθελα πραγματικά να είμαι ο frontman των Duran Duran. Τα πρώτα πέντε χρόνια ήμουν τόσο αγχωμένος στη σκηνή, σαν ποντίκι που έτρεμε. Αυτός ο παραλυτικός φόβος είναι κάτι που έχω καταφέρει να νικήσω με τα χρόνια αλλά μέχρι σήμερα έχω ακόμη αυτή την αίσθηση στο στομάχι πριν από κάθε show. Έχω όμως, ένα mantra που πάει κάπως έτσι “Θυμήσου. Δεν είναι φόβος, είναι αδρεναλόνη. Είναι το μυαλό σου και το σώμα σου που σε προετοιμάζουν να κάνεις κάτι εκπληκτικό και θα κάνεις κάτι εκπληκτικό”. Αυτό είναι που κάνει την αίσθηση των συναυλιών τελείως διαφορετική τώρα: ότι αισθάνομαι τη σκηνή περισσότερο σαν το σπίτι μου, η περιοχή μου…
Ποια είναι τα συναισθήματα για την επιστροφή στην Αθήνα;
Ανυπομονώ γιατί αγαπώ την Ελλάδα, τα ελληνικά νησιά και έχω περάσει αρκετές μέρες στην Πελοπόννησο. Η Αθήνα είναι φοβερή πόλη παρά τις υψηλές θερμοκρασίες την περίοδο του καλοκαιριού. Είναι τιμή μας να παίζουμε στην Αθήνα κι ελπίζουμε να σας δούμε όλους εκεί!
ΠΗΓΗ:athinorama.gr